Μεθόδιοι Πατάρων της Λυκίας φέρονται δύο, ο μεν ένας μαρτύρησε το 311 μ.Χ. και ο άλλος ήκμασε τον 9ον αιώνα, στον οποίον ανάγονται οι χρησμοί.
Κείμενον.
«Και κρατήσει επί την Επτάλοφον το ξανθόν γένος εξ ή πέντε και φυτευθήσονται εν αυτή λάχανα, και φάγονται εξ αυτών πολλοί εις εκδίκησιν των Αγίων· κρατήσουσι δε επί την Ανατολήν προνοηταί τρεις... και μετά τούτους εγερθήσεται αυτόνομος και μετά τούτον έτερος λύκος αγριώδης... και ταραχθήσονται και τα καθήμενα έθνη, άτινα εισίν επί τα βόρεια μέρη, κινήσουσι μετά μεγάλης βίας και δριμύτητος θυμού, και χωρισθήσονται εις τεσσάρας αρχάς, και η μεν πρώτη χειμάσει εις ‘Εφεσον, η δε δευτέρα εις Μελάγια, η τρίτη εν ακροκάμπω ήγουν εις Πέργαμον και η τετάρτη εις Βιθυνίαν... τότε ταραχθήσονται τα έθνη καθήμενα επί νότου γωνίας, και εγερθήσεται ο Μέγας Φίλιππος μετά γλωσσών δέκα οκτώ και συναχθήσονται εν τη Επταλόφω και συγκροτήσουσι πόλεμον, οίος ου γέγονε πώποτε· και δραμούσιν εις τας εμβολάς και τας ρύμας της Επταλόφου και ο φόνος των ανθρώπων ως ποταμός κινήσει, και θολωθήσεται η θάλασσα εκ του αίματος έως τα βάθη της αβύσσου. Τότε βους βοήσει και ξηρόλοφος θρηνήσει· και τότε σταθώσιν οι ίπποι και φωνή εξ ουρανού κράξει, στώμεν, στώμεν, ειρήνη υμίν αρκεί η εκδίκησις επί τους απειθείς και ανηκόους και απέλθετε επί τα δεξιά μέρη της Επταλόφου καΙ εκεί ευρήσετε άνθρωπον επί δύο κίονας ιστάμενον εν κατηφεία πολλή, έσται λαμπρός το είδος, δίκαιος, ελεήμων, φορών πενιχρά, τη όψει αυστηρός και τη γνώμη πράος, έχοντα επί τον δεξιόν αυτού πόδα καλάμου ήλον και φωνή υπό του αγγέλου κηρυχθήσεται, στήσατε αυτόν Βασιλέα, και δώσουσιν αυτώ εις την δεξιάν χείρα ρομφαίαν λέγοντες αυτώ· ανδρίζου Ιωάννη και ‘Ισχυε και νίκα τους εχθρούς σου· και επάρας την ρομφαίαν παρά του αγγέλου πατάξει τους Ισμαηλίτας, Αιθίοπας και πάσαν γενεάν άπιστον. Τους δε Ισμαηλίτας μερίσει εις τρία μέρη, και την μεν πρώτην εν ρομφαία, την δε δευτέραν βαπτίσει, και την τρίτην καταδουλώσεται εν τη Ανατολή· και εν τω υποστρέφεσθαι αυτόν, ανοιχθήσονται οι θησαυροί της γης και πάντες πλουτήσουσι και ουδείς εξ αυτών πένης, και η γη δώσει τον καρπόν αυτής εκατονταπλασίονα· τα δε όπλα τα πολεμικά γενήσονται εις άροτρα και δρέπανα· και βασιλεύσει έτη τριάκοντα πέντε».
Η πρώτη κρούσις υπό του ξανθού γένους θα είναι όπως φαίνεται απότομη και εύκολη, λόγω της υπεροχής των Ρώσσων έναντι των απαίδευτων και νωχελών Τούρκων και μυστικά βέβαια θα εξυπηρετούν την κρείττονα πρόνοια του Θεού γιατί τελείωσε ο καιρός του βδελύγματος του Ισλαμισμού. Η περίοδος των πέντε μηνών, που απαιτούν τα λάχανα να αναπτυχθούν, είναι μάλλον ο χρόνος της ετοιμασίας των συμμαχικών δυνάμεων, τους οποίους παρομοιάζει ως τον «Μέγαν Φίλιππον μετά γλωσσών δεκαοκτώ». Οι διάφοροι τόποι της στρατοπεδεύσεώς τους σημαίνουν το μέγα πλήθος που υπολογίζονται και κατά άλλην προφητείαν ανάγονται σε διακόσια εκατομμύρια, που η αμαρτία και η απιστία τους οδηγεί σε σφαγή στον βωμό της υλιστικής και ουμανιστικής θεότητος. «Φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν» και «εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία» και «εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα»1¹¹. «Ουκ εδοκίμασαν τον Θεόν έχειν εν επιγνώσει» και δικαίως «παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν ποιείν τα μη καθήκοντα»"2. Τό ότι θα συμβούν όλα αυτά στην Κωνσταντινούπολιν και ιδίως η θεία επέμβασις προς κατάπαυσιν της πανολεθρίου ανθρωποσφαγής, φανερώνουν την ιδιαίτερη πρόνοια του Θεού γιά τον χώρον αυτό και τον λαόν που εκληρώθη να βαστάξη τον σταυρόν της ανθρωπότητος. ‘Οσο όμως και αν μας θέλγη και παρηγορή η ευτυχία του μέλλοντος, μας καθηλώνει όμως η φοβερή περιγραφή των προφητειών περί της φρίκης και του ασύλληπτου ολέθρου, που ο σύγχρονος πολιτισμός και η ελευθερία των προηγμένων μας λαών θα δημιουργήσουν!
«Βους βοήσει και ξηρόλοφος θρηνήσει». Ασφαλώς η θλιβερά αυτή πρόταση δεν ερμηνεύεται κατ' ευθείαν, αλλά είναι αλληγορία και μεταφορά της ασύλληπτης συμφοράς και της ανήκουστης ανάγκης που θα παραδοθή η αφηνιάσασα ανθρωπότητα. Θεωρώ επίκαιρο να αναφέρω αρμόδια χορία της Αποκαλύψεως γιά να προσεγγίσωμεν κάπως αυτή την πραγματικότητα. «Και Βαβυλών η μεγάλη εμνήσθη ενώπιον του Θεού δούναι αυτή το ποτήριον του οίνου του θυμού της οργής αυτού... ότι εκολλήθησαν αυτής αι αμαρτίαι άχρι του ουρανού, και εμνημόνευσεν ο Θεός τα αδικήματα αυτής. Απόδοτε αυτή ως καΙ αυτή απέδωκε, και διπλώσατε αυτή διπλά κατά τα έργα αυτής· εν τω ποτηρίω ω εκέρασε, κεράσατε αυτή διπλούν. ‘Οσα εδόξασεν εαυτήν και εστρηνίασε, τοσούτον δότε αυτή βασανισμόν και πένθος... Διά τούτο εν μιά ημέρα ήξουσιν αι πληγαί αυτής, θάνατος και πένθος και λιμός και εν πυρί κατακαυθήσεται· ότι ισχυρός Κύριος ο Θεός ο κρίνας αυτήν»1¹³. Βαβυλών εδώ και πόλις, κατά την πτωχήν μας γνώμη, δεν σημαίνει τόπον ή χώραν ιστορικήν, αλλά μάλλον μορφή πλάνης τεραστίας που εκατόρθωσε να αποπροσανατολίση τους λαούς από την αποκαλυφθείσαν αλήθειαν. Ασφαλώς κάθε μορφή αμαρτωλότητος αποπλανά και χωρίζει τον άνθρωπον από τον Θεόν, αλλά εδώ πρόκειται μάλλον περί περιεκτικού και γενικού κακού, που μόνον σήμερα μπορούμε να εννοήσωμεν. Ουδέποτε άλλοτε στην ιστορία έπαθεν η ανθρωπότητα τόσην διαστροφή, τόσην αποπλάνησι, τόσον αποπροσανατολισμόν στην οντότητα και προσωπικότητά της. Αμαρτία και αμαρτωλότης πάντοτε υπήρχαν και ιδίως το έγκλημα εκδηλώνετο σε αγριωτέρα μορφή, πλην όμως όχι γενικά, αλλά μεμονωμένα και μάλλον κρυφά. Τώρα σ' αυτό έγκειται η τραγικότητα και διαστροφή, στήν γενίκευση του κακού και στην αναιδή και αναίσχυντη του προβολή, που εν πολλοίς παρουσιάζεται ως άθλος και αρετή και βραβεύεται από τους αρμοδίους. Εκείνο όμως που θέλω να επισημάνω, είναι η αιτία που προκάλεσε και προκαλεί το περιεκτικόν αυτό κακόν, που συμβολίζεται ως άλλη θεότης επάνω της οποίας εκδηλώνεται η θεία δικαιοσύνη και εκδίκησις. Νομίζω ότι το «σώμα του θανάτου», που ίσχυσε να παρασύρη την ανθρωπότητα της δυστυχισμένης μας γενεάς, είναι η ξηρά και στείρα ανθρώπινη «γνώσις» και ο ουμανισμός. Ο ουμανισμός γέννησε τον υλισμό, ο υλισμός τον αθεϊσμό, ο αθεϊσμός τον κομμουνισμόν, ο κομμουνισμός τον μηδενισμό και την σχετικοκρατία και όλα τα προϊόντα του νεκρού κατά Χριστόν ανθρώπου. «Ο θάνατος σου ζωή μου» είναι ο διεθνής κανόνας της ζωής και κοινωνίας.
Εφ' όσον το απόλυτον παραμερίζεται και ο άνθρωπος μετράται στην στενότητα του σχετικού, τότε όλα επιτρέπονται, αρκεί να επιτυγχάνη ο άνθρωπος την εφήμερόν του απόλαυσιν είτε στην κτηνωδία και θηριωδία είτε στα παραισθησιακά ή στο έγκλημα, αν αυτό προκαλή αίσθησιν ικανοποιήσεως και εκδικήσεως. Αποθανούσης τΗς συνειδήσεως που ρυθμίζει την λογικότητα και αξιοπρέπεια του ανθρώπου, τότε όλα τα επιτρέπει και τα επιβάλλει η διαστροφή. Μεταφέρεται ο άνθρωπος στην ζωώδη κατάσταση, που τα πάντα άγει η ορμή και όχι η λογική και η φρόνησις. Ο ουμανισμός λοιπόν, ιδίως του Ευρωπαίου ανθρώπου, απέρριψε την προς τον Θεόν πίστιν, εφ' όσον κατ’ αυτούς «παν μέτρον άνθρωπος». Τα πάντα ευρίσκονται στην γνώσιν, στην ανθρώπινη μόνον ικανότητα, και να γιατί τα πάντα σήμερα αξιολογούνται διά της επιστημονικής μόνον ερεύνης και θέσεως. Ναι, αλλά ο Θεός απεκαλύφθη διά της πίστεως και μόνον δι’ αυτής επιγινώσκεται και πλησιάζεται και μετέχεται και διά της χάριτός Του «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι». Η ουμανιστική ψευδογνωσία κτύπησε και κατήργησε την πίστιν και την θεογνωσία και στή θέση της εθεοποίησε την γνώση ως είδωλον· και να που ευρίσκεται αυτή ενιδρυμένη σήμερα στο παγκόσμιον πάνθεον. Σ' αυτήν λοιπόν την γνώσιν επέτρεψε ο υπ' αυτής περιφρονηθείς παντοδύναμος Θεός να ανταμείψη τους οπαδούς και λάτρες της· και «ούτοι μισήσουσι την πόρνην και ηρημωμένην ποιήσουσιν αυτήν και γυμνήν, και τας σάρκας αυτής φάγονται, και αυτήν κατακαύσουσι εν πυρί»115